Δοκιμάζουμε το Royal Enfield Himalayn


Η Royal Enfield, όπως και να το δει κανείς, είναι μια πολύ ιδιαίτερη περίπτωση μοτοσυκλετιστικής βιομηχανίας. Ήταν κάποτε μια από τις πιο ονομαστές κατασκευάστριες της Αγγλίας, με την παραδοσιακή της έδρα στο Redditch και παραγωγή μοτοσυκλετών με ρίζες στο μακρινό 1901.

  • 19/8/2019

Η σημερινή εταιρεία ωστόσο είναι Ινδική και αποτελεί μέρος του γιγάντιου ομίλου Eicher Group, ωστόσο μετρά μια ιστορία από τα μέσα της δεκαετίας του ’50 βασισμένη σε έναν και μόνο κινητήρα.

Ο δεύτερος κινητήρας της εμφανίστηκε μόλις το 2015 και ήταν ο μονοκύλινδρος LS410 που σήμερα δοκιμάζουμε στο Himalayan.

Μια κατηγορία μόνο του

Στην πρώτη επαφή δείχνει σκληροτράχηλο και καλοφτιαγμένο. Ξεχωρίζει από τα κάγκελα στα πλαϊνά του ρεζερβουάρ, το στρογγυλό του ρετρό φανάρι και φυσικά τον μαύρο μονοκύλινδρο κινητήρα με το μικρό ψυγειάκι λαδιού.

Ελαφρύ δεν το λες στα 194 κιλά γεμάτο και με 24.5 ονομαστικούς ίππους ξέρεις πως δε θα βάλεις φωτιά πουθενά. Περνώντας το πόδι πάνω από τη σέλα του βρίσκεσαι σε μια θέση «μέσα» στη μοτοσυκλέτα, προσφέροντας εύκολη πρόσβαση στο έδαφος σε κάθε ανάστημα. Η σέλα είναι πολύ μαλακή και όσο φαρδιά χρειάζεται ώστε να μην είναι άβολη, αλλά ούτε και να εμποδίζει τα πόδια να φτάσουν κάτω.

Απέναντί σου βρίσκεται ένα σύμπλεγμα οργάνων ψηλά τοποθετημένο, το οποίο περιλαμβάνει ταχύμετρο, στροφόμετρο, στάθμη καυσίμου, μια εύχρηστη οθόνη LCD και μια ευχάριστη πρωτοτυπία, την ηλεκτρονική πυξίδα που δείχνει με βελάκι πάντα τον βορά και αναγράφει στα αγγλικά την κατεύθυνση στην οποία κινείται η μοτοσυκλέτα.

Η ιστορία μιας μακριάς μπιέλας

Η αλήθεια των αριθμών είναι αμείλικτη και το Himalayan επιταχύνει από στάση όπως ακριβώς περιμένει κανείς από έναν μονοκύλινδρο 22 ίππων. Η ροπούλα των 411 κυβικών εκατοστών είναι εκεί και η εκκίνηση έχει τσαγανό, μαζεύει χιλιόμετρα αρκετά σβέλτα ως τα 100 km/h και φτάνει άνετα στα 120, αλλά από κει και πάνω ό,τι έρθει απαιτεί υπομονή. Η τελική του ταχύτητα δεν ξεπερνά τα 140 και ειδικά η τελευταία δεκάδα στο κοντέρ μαζεύεται πετραδάκι-πετραδάκι.

Εδώ να σημειώσουμε πως ο κινητήρας LS410 περιγράφεται από τη Royal Enfield ως Long Stroke, δηλαδή Μακριά Διαδρομή και προφανώς αναφέρεται στη διαδρομή του πιστονιού. Αυτή είναι σαφώς μεγαλύτερη της διαμέτρου, γεγονός που επιλέχθηκε για να εξυπηρετήσει τη ροπάτη λειτουργία, εις βάρος βέβαια της ευστροφίας.

Το Himalayan θα περάσει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του καίγοντας γύρω στα 4 λίτρα ανά 100 χιλιόμετρα, ενώ , ακόμη και σε παρατεταμένες διαδρομές με το γκάζι κλειδωμένο ανοικτό και το κοντέρ καρφωμένο στα 120 και πάνω, δύσκολα θα ξεπεράσει τα 5 lt / 100 km σε μέση κατανάλωση.

Κοιτώντας έξω από τον δρόμο

Ένα από τα πρώτα πράγματα που θα προσέξει κανείς καβαλώντας το Himalayan είναι το μπροστινό του φρένο. Με μια λέξη είναι αδύναμο, τόσο ώστε να ζητά πολλή δύναμη στη μανέτα στην πλειοψηφία των περιπτώσεων.

Στην πράξη τελικά ο όλος συμβιβασμός δουλεύει, διότι το φρένο θα κάνει τη δουλειά του και το μαξιλαράκι του άριστου ABS κάνει την όλη διαδικασία ασφαλή και απαλλαγμένη από άγχος.

Οι αναρτήσεις του επίσης έχουν στηθεί με γνώμονα τη χωμάτινη χρήση, προσφέροντας μαλακή συμπεριφορά αλλά με αποσβέσεις που κρατούν τα πράγματα σε ισορροπία και του επιτρέπουν να εκμεταλλευτεί τα εξαιρετικά Pirelli MT60 για να στρίβει με καθησυχαστική ασφάλεια.

Στην άσφαλτο και δη στο ταξίδι η σέλα αποδείχθηκε κάπως κουραστική, καθώς μετά από αρκετή ώρα πάνω στο πολύ μαλακό αφρώδες της αρχίζεις να νιώθεις πως κάθεσαι κατευθείαν στο πλαίσιο.

Κατά τα λοιπά, η εργονομία της θέσης οδήγησης ήταν ευχάριστα ουδέτερη, με τον κορμό ξεκούραστα όρθιο, τα μαρσπιέ σε βολικότατη θέση, το τιμόνι εκεί που πρέπει και καλή κάλυψη του στήθους και του κράνους από τη μικρή ζελατίνα.

Μπαίνοντας στο χώμα, το Himalayan δείχνει έναν πειθήνιο και φιλικό χαρακτήρα. Δεν έχει τη δύναμη που θα τρομάξει και η όλη του προοδευτικότητα, από το πώς επιταχύνει ως το πώς φρενάρει, είναι ιδιαιτέρως εκτιμητέα. Είναι εδώ, στο χώμα που αντιλαμβάνεται κανείς γιατί επιλέχθηκε αυτό το μπροστινό φρένο.

Στην ουσία του on-off

Tο Himalayan απευθύνεται σε εκείνους που δεν ψάχνουν τον εντυπωσιασμό μέσω των αριθμών και δεν τους νοιάζει που δε θα δουν ποτέ τα 160 στο κοντέρ τους ή ποιος τους πέρασε στο φανάρι.

Προσεγγίζει την ουσία της on-off μοτοσυκλέτας, προσφέροντας ρεαλιστική, αποδοτική και φιλική απόδοση για μια πληθώρα χρήσεων που ξεκινάει από την πόλη και φτάνει ως το ταξίδι σε κάθε έδαφος.

Σχεδιάστηκε ως η Adventure μοτοσυκλέτα της Ασίας, εκεί όπου τα 400 κυβικά είναι πολλάΚοιτά στα μάτια μια στρατιά μικρομεσαίων μοτοσυκλετών που θέλουν να το παίξουν on-off μα σε πολλές περιπτώσεις είναι περισσότερο SUV παρά τζιπ. Το Himalayan μοιάζει σαν ένα τέλεια αναπαλαιωμένο Willys, στημένο στην εκκίνηση της χωμάτινης ανάβασης, ανάμεσα σε στρατιές Cayenne, Χ6 και Evoque.

Η τιμή του στα €5,290 το φέρνει σε αρκετά καλή θέση απέναντι στους βασικούς του ανταγωνιστές, οι οποίοι περιλαμβάνουν μοτοσυκλέτες όπως τα BMW G 310 GS, Honda CRF250L, Kawasaki Versys 300 και Suzuki V-Strom 250.

Όπως πάντα, βέβαια, η απάντηση στο τελικό ερώτημα «να το πάρω ή όχι» επαφίεται στον πελάτη και την απολύτως προσωπική του ζυγαριά.