Έπειτα από σχεδόν 5 χρόνια «κυήσεως», το ΥΜΕ φέρνει προς διαβούλευση τον νέο Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας που στοχεύει, όπως σε κάθε αναθεώρηση, στη μείωση των τροχαίων ατυχημάτων μέσα από την επικαιροποίηση των κανονισμών του.
Οι αλλαγές που προβλέπονται, σύμφωνα με τα όσα έχουν δει το φως της δημοσιότητας, συνοψίζονται στις εξής παραμέτρους: α) Στην ενίσχυση της αστυνόμευσης, καθώς η χώρα μας είναι πολύ χαμηλά στις βεβαιωμένες παραβάσεις σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, β) Στην υπαιτιότητα του οδηγού και της τιμωρίας του σε μία παράβαση και όχι του αυτοκινήτου, γ) Στην κατηγοριοποίηση των ποινών με βάση την επικινδυνότητα και δ) Στη δημιουργία ζωνών κυκλοφορίας στις πόλεις με ανώτατο km τα 30 km/h.
Σε μια πρώτη ανάγνωση, η βασική ιδέα αυτών των αλλαγών θα μπορούσε κανείς να πει πώς είναι στη σωστή κατεύθυνση, ωστόσο, κατά την άποψή μας, δεν επαρκούν.
Θα είναι εγκληματικό να συνεχίσουμε έτσι, «εκπαιδεύοντας» λάθος μία ακόμα γενιά οδηγών που θα μπορούσε να βγει στους δρόμους έχοντας διαφορετική κουλτούρα από τη δικιά μας.
Είμαστε υπέρ της αύξησης της αστυνόμευσης με την αξιοποίηση ψηφιακών μέσων, ώστε ο παραβάτης να γνωρίζει πως δεν πρόκειται να τη γλιτώσει, δεν θα διαφωνήσουμε το βάρος της τιμωρίας να πέφτει στον οδηγό και όχι στο αυτοκίνητο (λόγου χάριν: με την αφαίρεση των πινακίδων κυκλοφορίας), ούτε και με την κατηγοριοποίηση των παραβάσεων βάσει επικινδυνότητας (λόγου χάριν: δεν μπορεί να επιβάλλεται το ίδιο πρόστιμο στον οδηγό που δεν φέρει τα νόμιμα έγγραφά του με εκείνον που παραβίασε ερυθρό σηματοδότη).
Και, φυσικά, δεν θα διαφωνήσουμε και με τη δημιουργία ζωνών κυκλοφορίας με χαμηλά όρια ταχύτητας στον αστικό ιστό. Κάτι τέτοιο, εξάλλου, συμβαίνει στο εξωτερικό εδώ και χρόνια, με τη διαφορά, όμως, πως, για όλα τα μέτρα που είναι σε ισχύ υπάρχει αυστηρή αστυνόμευση για να αποτρέπονται οι παραβάσεις, όπως και η στοιχειώδης ενημέρωση των πολιτών για το πώς θα πρέπει να συμπεριφέρονται και να αλληλοεπιδρούν ως οδηγοί, πεζοί ή χρήστες Μέσων Μαζικής Μεταφοράς. Και όταν κριθεί απαραίτητο για τη δημόσια ασφάλεια, παίρνονται και δύσκολες αποφάσεις. Για παράδειγμα, στο Παρίσι, με το τεράστιο τουριστικό ενδιαφέρον (και τους Ολυμπιακούς Αγώνες να έπονται), οι Αρχές δεν δίστασαν να απαγορεύσουν τη χρήση των ηλεκτρικών πατινιών, όταν διαπιστώθηκε ότι οι αναβάτες τους δεν σέβονται τον ΚΟΚ. και αποτελούν πηγή πρόκλησης ατυχημάτων. Αντιθέτως, στην Ελλάδα που παρατηρείται έντονα το φαινόμενο ηλεκτρικά πατίνια να κυκλοφορούν παραβιάζοντας τον ΚΟΚ, ακόμα και σε λεωφόρους, πολλές φορές με «πειραγμένο» λογισμικό για να αυξάνεται η απόδοσή τους, δεν έχει ανοίξει καμία απολύτως συζήτηση.
Βεβαίως, το θέμα μας δεν είναι τα ηλεκτρικά πατίνια, αλλά η στάση της Πολιτείας στην ανεξέλεγκτη και χωρίς τήρηση των θεσμοθετημένων κανόνων, που επιβεβαιώνει το χιλιοειπωμένο «δεν πάσχουμε από Νόμους, αλλά από την εφαρμογή τους».
Οδηγική κουλτούρα και κανόνες συμπεριφοράς
Αναμφισβήτητα, πίσω από κάθε αλλαγή στον ΚΟΚ οι καλές προθέσεις είναι δεδομένες, όμως αυτό δεν αρκεί, εάν δεν έχει εξασφαλιστεί η τήρησή του. Εφόσον, ο βασικός στόχος των Αρχών είναι η μείωση των τροχαίων, θεωρούμε πως ξεχωριστή αξία έχουν η ενημέρωση και η εκπαίδευση του πολίτη πάνω σε θέματα οδικής συμπεριφοράς.
Τη μεγαλύτερη, ωστόσο, η πρόληψη, που επιτυγχάνεται από την εμφύσηση μιας οδηγικής κουλτούρας, όπως συμβαίνει με όλες τις αναπτυγμένες ευρωπαϊκές χώρες, μέσα από τα σχολεία και τα προγράμματα κυκλοφοριακής αγωγής. Αλλά και της διά βίου μάθησης των οδηγών και ελέγχου των δεξιοτήτων τους. Είναι αλήθεια πως η αυτοκίνηση αλλάζει με ιλιγγιώδεις ρυθμούς, αρέσει δεν αρέσει αυτό σε κάποιους, με αποτέλεσμα πολλά νέα συστήματα ασφαλείας και επικοινωνίας να ενσωματώνονται στα σύγχρονα αυτοκίνητα. Ποιος, όμως, είναι σε θέση να γνωρίζει την λειτουργία τους, εάν ο ίδιος ο οδηγός δεν μπει στη διαδικασία να ενημερωθεί, προκειμένου να αξιοποιήσει τις δυνατότητές τους; Είναι η οδηγική κουλτούρα που λέγαμε, καθώς ένας υπεύθυνος άνθρωπος σε όλες τις δραστηριότητές του δεν χρειάζεται «απαγορεύσεις» για να τηρεί τους κανόνες και να εξελίσσεται, το κάνει από μόνος του…
Πάγια θέση μας σε θέματα οδικής κυκλοφορίας και ασφάλειας είναι η πρόληψη και όχι η καταστολή. Βλέπουμε όλοι τι συμβαίνει γύρω μας. Το πόσο σεβόμαστε τον ΚΟΚ, πώς οδηγούμε, πόσο συντηρημένα είναι τα οχήματά μας, αλλά και τη γενικότερη στάση μας στον δρόμο. Βλέπουμε, επίσης, το πώς λειτουργούν και οι ελεγκτικοί μηχανισμοί. Πολλές φορές, εντελώς διεκπεραιωτικά και καθαρά με εισπρακτικό χαρακτήρα… Θα είναι εγκληματικό να συνεχίσουμε έτσι, «εκπαιδεύοντας» λάθος μία ακόμα γενιά οδηγών που θα μπορούσε να βγει στους δρόμους έχοντας διαφορετική κουλτούρα από τη δικιά μας. Συνεπώς, χωρίς αλλαγή στη νοοτροπία μας, ελάχιστο νόημα θα έχουν οι όποιες τροποποιήσεις θα έρχονται κατά καιρούς στον ΚΟΚ. Απλώς, θα κυνηγάμε την ουρά μας…